καλπιά

καλπιά
η
το να είναι κάποιος κάλπης, δολιότητα, κιβδηλία.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • καλπιά — και καρπιά, η [κάλπης] κάλπικη πράξη, απάτη, δολιότητα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”